Βαθύς Λιμήν / Μπατούμι
Το γιγαντιαίο άγαλμα της Μήδειας το οποίο δεσπόζει σήμερα στο λιμάνι του Μπατούμι (ή Βατούμ), πρωτεύουσας της αυτόνομης περιοχής της Ατζαρίας, δεν αφήνει την παραμικρή αμφιβολία: και αυτή η περιοχή ανήκε στην Κολχίδα και συνδέεται με τους σχετικούς μύθους. Κατά την αρχαιότητα, υπήρχε εδώ ελληνική αποικία, ο Βαθύς Λιμήν, για την οποία φανταζόμαστε αρκετά από την ονομασία της, αλλά γνωρίζουμε λίγα. Γνωρίζουμε, όμως, ότι όταν προσαρτήθηκε στην τσαρική Ρωσία (1878), έγιναν έργα ναυτιλιακής υποδομής και το άσημο Μπατούμι αναδείχτηκε στο σημαντικότερο λιμάνι της περιοχής του Καυκάσου, αποτελώντας βασικό σημείο εξαγωγής του πετρελαίου από το Μπακού.
Κι όταν οι δύο πόλεις συνδέθηκαν σιδηροδρομικά (1883), το Μπατούμι απογειώθηκε.
Τότε εγκαταστάθηκαν εκεί πολλοί Έλληνες −καταστηματάρχες, μικροέμποροι, τεχνίτες, απλοί εργαζόμενοι−, σχηματίζοντας αξιόλογη ελληνική κοινότητα. Ανά μεσά τους ξεχώριζαν οι Έλληνες από τα Σούρμενα, οι οποίοι αποτελούσαν την πιο πολυάνθρωπη και συμπαγή ομάδα στο εσωτερικό της ελληνικής κοινότητας. Αυτοί έχτισαν και τον ελληνικό ναό της πόλης, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο. Το μυθιστόρημα της Μαρία Ιορδανίδου, Διακοπές στον Καύκασο (1965) δίνει μια εικόνα από τη ζωή τους.
Μετά το 1918, η ελληνική κοινότητα γνώρισε δραματικές στιγμές, καθώς στο Μπατούμι συγκεντρώ θηκαν χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο, οι οποίοι ακολούθησαν τον ρωσικό στρατό που εγκατέλειπε την Τραπεζούντα, από τα ποντιακά χωριά που είχαν καταληφθεί από τους Τούρκους και από τη νότια Ρωσία. Λόγω των κακουχι ών, έχασε τη ζωή του το 1/3 από αυτούς, ενώ στην Ελλάδα τελικά έφτασαν περίπου οι μισοί.
Μετά το 1924, στην πόλη έμειναν ελάχιστοι από τους πρόσφυγες αλλά και από τους παλαιούς Έλληνες κατοίκους του.